Το εθνικό χρέος της Ταϊλάνδης κινδυνεύει να εκραγεί - χρειάζεται δράση τώρα!
Η Ταϊλάνδη παλεύει με το αυξανόμενο χρέος και τις αρνητικές αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας το 2025. Η KKP Research ζητά επείγουσες μεταρρυθμίσεις.

Το εθνικό χρέος της Ταϊλάνδης κινδυνεύει να εκραγεί - χρειάζεται δράση τώρα!
Η οικονομική κατάσταση στην Ταϊλάνδη γίνεται όλο και πιο τεταμένη. Σύμφωνα με την τελευταία ανάλυση της KKP Research που εξετάζει τις οικονομικές και χρηματοοικονομικές προκλήσεις της χώρας, εμφανίζονται αρκετές ανησυχητικές τάσεις. Ένας από τους κύριους παράγοντες που υποδηλώνουν επείγουσα ανάγκη δράσης είναι το αυξανόμενο εθνικό χρέος, το οποίο θα μπορούσε να φτάσει το 70 τοις εκατό του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ) έως το 2027. Οι Moody's και Fitch Ratings υποβάθμισαν την πιστοληπτική ικανότητα της Ταϊλάνδης σε αρνητική από σταθερή, υπογραμμίζοντας την ανάγκη για μια υγιή δημοσιονομική στρατηγική. Η τελευταία αρνητική αξιολόγηση το 2008 κατά τη διάρκεια της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης προκαλεί περαιτέρω ανησυχία.
Η κυβέρνηση στο παρελθόν αύξησε τα ελλείμματα για να τονώσει την οικονομία, αλλά αυτό οδήγησε σε περαιτέρω αύξηση του χρέους. Το εντυπωσιακό είναι ότι τα φορολογικά έσοδα μειώνονται συνεχώς. Ο φορολογικός συντελεστής μειώθηκε από 16-17 τοις εκατό σε λιγότερο από 15 τοις εκατό από το 2003-2015, περιορίζοντας σοβαρά την οικονομική ευελιξία της κυβέρνησης. Η ανάλυση της KKP Research προτείνει λοιπόν τέσσερα μέτρα: επενδύσεις σε υποδομές, διεύρυνση της φορολογικής βάσης, μεταρρυθμίσεις για τη μείωση της αναποτελεσματικότητας και δημιουργία αξιόπιστου δημοσιονομικού πλαισίου μέσω πολυετούς προγραμματισμού.
Ανάπτυξη και προκλήσεις
Παρά τις χρηματοοικονομικές αβεβαιότητες, η οικονομία της Ταϊλάνδης είναι εξαιρετικά ανθεκτική. Σύμφωνα με το Παγκόσμια Τράπεζα Η οικονομία αναπτύχθηκε κατά 4,5% το τρίτο τρίμηνο του 2023, υποστηριζόμενη από την ιδιωτική κατανάλωση και τον ισχυρό τουρισμό. Είναι ενδιαφέρον ότι οι αφίξεις τουριστών τον Σεπτέμβριο ξεπέρασαν αυτές της Ινδονησίας και των Φιλιππίνων, φτάνοντας το 45% των επιπέδων πριν από την πανδημία. Ωστόσο, αυτές οι θετικές εξελίξεις συνοδεύονται από άλλες προκλήσεις. Η πίεση των τιμών παραμένει υψηλή, ο συνολικός πληθωρισμός είναι στο 6% και έχει αντίκτυπο στο κόστος ζωής.
Η κυβέρνηση ακολουθεί μια προληπτική δημοσιονομική πολιτική για να στηρίξει την οικονομική ανάκαμψη. Οι δημόσιες δαπάνες ήταν περίπου 23,4 τοις εκατό του ΑΕΠ το οικονομικό 2022, κυρίως λόγω των μέτρων ανακούφισης του COVID-19 και των ενεργειακών επιδοτήσεων. Βασική πρόκληση παραμένει το υψηλό έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, το οποίο έχει αυξηθεί στο 5,7% του ΑΕΠ λόγω των υψηλών καθαρών εισαγωγών πετρελαίου και της κυκλικής επιδείνωσης του εμπορικού ισοζυγίου.
Μέτρα για την εξομάλυνση της κατάστασης του χρέους
Για να αποφευχθεί η υπέρβαση του νόμιμου ορίου εθνικού χρέους του 70% του ΑΕΠ, η κυβέρνηση της Ταϊλάνδης σχεδιάζει να μειώσει το δημόσιο χρέος κατά περίπου 8% από τον Οκτώβριο. Αυτό υποστηρίχθηκε από ένα ολοκληρωμένο σχέδιο με στόχο τη δημοσιονομική πειθαρχία. Επί του παρόντος, το εθνικό χρέος ανέρχεται σε περίπου 992 δισεκατομμύρια μπατ, που αντιστοιχεί στο 42 τοις εκατό των προγραμματισμένων δανείων ύψους 2,37 τρισεκατομμυρίων μπατ. Τα δάνεια αυτά θα χρησιμοποιηθούν κυρίως για την κάλυψη του δημοσιονομικού ελλείμματος και την αναδιάρθρωση του υφιστάμενου χρέους.
Ο υπουργός Οικονομικών Patchara Anuntasilpa ανακοίνωσε ότι περίπου 1,3 τρισεκατομμύρια μπατ θα εκδοθούν κρατικά ομόλογα το επόμενο οικονομικό έτος. Ωστόσο, με το δημόσιο χρέος να αυξάνεται, η εμπιστοσύνη στα ομόλογα της Ταϊλάνδης παραμένει υψηλή καθώς έχουν επιστρέψει 18% σε όρους δολαρίου φέτος. Το μπατ της Ταϊλάνδης έχει κερδίσει πάνω από 7 τοις εκατό έναντι του δολαρίου ΗΠΑ κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, γεγονός που μπορεί να ερμηνευθεί ως ένδειξη της σταθερότητας της οικονομίας της Ταϊλάνδης.
Έχοντας υπόψη όλους αυτούς τους παράγοντες, μένει να δούμε πώς η κυβέρνηση της Ταϊλάνδης θα εφαρμόσει τα μέτρα της τόσο για τη σταθεροποίηση της οικονομίας όσο και για τη διατήρηση της δημοσιονομικής πειθαρχίας. Οι επόμενοι μήνες θα μπορούσαν να είναι κρίσιμοι για τη διασφάλιση βιώσιμης οικονομικής ανάκαμψης, ενώ παράλληλα θα ξεπεραστούν οι προκλήσεις που θέτει η κατάσταση του χρέους.